Από την Ισμήνη Χαρίλα
Πρόσφατα επανακυκλοφόρησαν από τις Εκδόσεις Ροτόντα οι «Υιοθετημένες Αναμνήσεις» της Αμαλιάννας Δεδούση.
Η συγγραφέας, βασιζόμενη στην εμπειρία της ως κοινωνική λειτουργός, καταγράφει οχτώ αληθινές ιστορίες υιοθεσίας και με γνώμονα πάντοτε την επιστημονική οπτική δεν επιχειρεί μήτε την ωραιοποίηση, μήτε τη δραματοποίηση που θα αποσκοπούσε στη συγκινησιακή φόρτιση του αναγνώστη.
Τα γεγονότα αναλύονται όπως συνέβησαν και ερμηνεύονται με αντικειμενικότητα και ρεαλισμό, επιτρέποντας τοιουτοτρόπως την ανάδειξη τόσο των ευκολιών, όσο και των δυσκολιών που κρύβει κάθε υπόθεση.
Αξιοσημείωτο δε είναι ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση συγκλονίζει τον αναγνώστη που δεν έχει βιωματική γνώση της έννοιας της υιοθεσίας, αφού καταδεικνύεται από τη μια πλευρά το τεράστιο απόθεμα δοτικότητας, αγάπης και αντοχής στην υπερπήδηση των πιθανών εμποδίων που πρέπει να έχουν οι θετοί γονείς και παράλληλα την ψυχική καλλιέργεια και την επιθυμία αναζήτησης γνώσης και επιστημονικής συμβουλής, ώστε να αποκαλύψουν στα παιδιά τους ότι δεν είναι οι βιολογικοί γεννήτορές τους, δίχως όμως να τα πληγώσουν.
Διότι, όπως αναφέρει και η ίδια η συγγραφέας στη συνέντευξη που παραχώρησε στο My Writer’s Gang «Η υιοθεσία όσο όμορφη και να φαίνεται, όσο επιτυχημένη και να είναι, κρύβει κάπου στο βάθος ένα τραύμα πολλές φορές ανομολόγητο».

M.W.G: Κυρία Δεδούση, πρόσφατα έγινε η δεύτερη έκδοση του βιβλίου σας με τίτλο «Υιοθετημένες Αναμνήσεις» από τις Εκδόσεις Ροτόντα.
Πώς νιώθετε γι’ αυτήν τη νέα αρχή που παράλληλα αποτελεί και τη συνέχεια μιας επιτυχημένης πορείας;
Α.Δ. Αφού σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία αυτής της συνέντευξης θα σας ενημερώσω ότι επί της ουσίας η δεύτερη έκδοση του βιβλίου μου έγινε από τον προηγούμενο εκδοτικό οίκο κι αυτό γιατί η πρώτη είχε εξαντληθεί. Οπότε αντιλαμβάνεστε ότι αυτό με έκανε «να πετάω στα ουράνια». Ωστόσο, ο ιδιοκτήτης του οίκου Γαβριηλίδη απεβίωσε αιφνιδίως και το βιβλίο έμεινε στην κυριολεξία δεσμευμένο και αδύνατο να πωληθεί καθότι κανείς δεν ανέλαβε να συνεχίσει το έργο του προηγούμενου. Όπως καταλαβαίνετε, υπήρξε μια περίοδος ιδιαίτερα στενάχωρη, αισθάνθηκα ότι το βιβλίο ήταν στα αζήτητα, παρότι το ζητούσαν πολλοί. Προς στιγμήν έμεινα μετέωρη και για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν έκανα απολύτως τίποτα γιατί η εξέλιξη αυτή μου είχε κόψει τα φτερά. Ο εκδότης που ανέλαβε την καινούρια έκδοση του βιβλίου με προέτρεψε να προσθέσω μία ακόμα ιστορία την οποία και πρόσθεσα. Αυτό που με συγκίνησε πιο πολύ ήταν η αντίδρασή του όταν διάβασε αυτό το βιβλίο: «Είμαι συγκλονισμένος, εξανθρωπίστηκα!» μου είπε στο τηλέφωνο κι έτσι ξεκίνησε μια καινούρια διαδρομή …
Πλατείασα λίγο, να με συγχωρείτε, όμως νιώθω πραγματικά ευτυχισμένη.
M.W.G: Το βασικό θέμα του βιβλίου είναι η υιοθεσία και έχετε συμπεριλάβει σε αυτό οχτώ αληθινές ιστορίες.
Σε προηγούμενη συνέντευξή σας στο My Writer’s Gang είχατε αναφέρει πως «Σπάνια είναι τα περιστατικά όπου ανύπαντρες μητέρες δίνουν τα παιδιά τους γιατί δε μπορούν να τα μεγαλώσουν για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους, όπως γινόταν παλιά. Οι βιολογικοί γονείς είθισται να δίνουν παιδιά ως επιχειρηματική δραστηριότητα».
Τέσσερα χρόνια αργότερα εξακολουθεί να ισχύει η ίδια κατάσταση και αν ναι, υπάρχει πρόληψη από την Πολιτεία;
Α.Δ. Σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δίνετε με αυτήν την ερώτησή σας. Στην πορεία των χρόνων που πέρασαν, φαίνεται η Πολιτεία να έλαβε τα μέτρα της με αποτέλεσμα να εξαρθρωθούν ή να περιοριστούν τα κυκλώματα που έβρισκαν βιολογικούς γονείς πρόθυμους να «πουλήσουν» τα παιδιά τους. Συνεπώς ο αριθμός των αγοραπωλησιών έχει περιοριστεί, αλλά σίγουρα δεν έχει σταματήσει. Ως εκ τούτου ναι εξακολουθεί η προηγούμενη κατάσταση.
Ωστόσο εδώ θα πρέπει να συμπληρώσω ότι με το νέο Νόμο που ψηφίστηκε και ήδη εφαρμόζεται στην πατρίδα μας (Ν.4538/2018), πολλά ζευγάρια στρέφονται πλέον προς το κράτος για υιοθεσίες και υποβάλλουν αιτήσεις στην ηλεκτρονική πλατφόρμα ΑΝΥΝΕΤ προκειμένου να παραλάβουν παιδάκια που βρίσκονται στα ιδρύματα. Σας πληροφορώ πως οι αιτήσεις έχουν αυξηθεί κατά πολύ και ο κόσμος δείχνει πολύ εμπιστοσύνη ότι το νέο σύστημα θα κινηθεί.
M.W.G: Στη νέα έκδοση έχετε προσθέσει μια ακόμα ιστορία με τίτλο «Χαρά μου». Μια ιστορία όπου οι πρωταγωνιστές και ιδίως η μητέρα έχουν απαράμιλλη αντοχή .
Είναι η πίστη στον σκοπό ή στην ίδια τη ζωή, το ψυχικό σθένος, η ελπίδα ή τελικά κάτι άλλο που ενδυναμώνει και στηρίζει τόσο πολύ έναν άνθρωπο;
Α.Δ. Ξέρετε, αυτή η ιστορία είναι σύγχρονη και η «πρωταγωνίστριά της» είναι μια γυναίκα που κι εμένα την ίδια με έχει εντυπωσιάσει. Θεωρώ ότι αυτή η γυναίκα ήθελε πάρα πολύ να γίνει μάνα κι όταν έγινε αυτό, σκοπός της έγινε να προσφέρει σ’ αυτό το παιδί όση αγάπη και φροντίδα μπορούσε με οποιοδήποτε κόστος. Όταν αυτή η γυναίκα μου έλεγε σε δυσκολίες οικονομικές κατά καιρούς: «δε με νοιάζει τίποτα αρκεί να είναι καλά το παιδί μου», απορούσα κι εγώ η ίδια τι εννοούσε. Το παιδί ήταν ακίνητο, αγέλαστο, όμως είχαν μια επικοινωνία με τα μάτια και σε βάθος ψυχής. Νομίζω ότι αυτό που την κρατούσε όρθια και της έδινε το σθένος να παλεύει να κρατήσει το παιδί στη ζωή ήταν η Αγάπη.
Και τώρα μου θυμίσατε τα τελευταία λόγια της Α΄ επιστολής προς Κορινθίους του Αποστόλου Παύλου: «Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τὰ τρία ταύτα μείζων δε τούτων ἡ αγάπη». Ελπίδα σίγουρα δεν υπήρχε. Γνώριζε ότι η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη.
M.W.G: Η παραπάνω ιστορία κλείνει αφηγηματικά με τους στίχους του Αντρέα Τιμοθέου « (…) η πρώτη μου ταυτότητα είναι το τραύμα και δεν το λησμονώ».
Θα θέλατε να αναλύσετε τον συγκεκριμένο συλλογισμό σε συνάρτηση με το θέμα που πραγματεύονται οι «Υιοθετημένες Αναμνήσεις;»
Α.Δ. Όταν έγραψα τους στίχους αυτούς με απόλυτη ειλικρίνεια σας καταθέτω ότι ήταν μια αναφορά στην παιδική κακοποίηση και κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι δε χωράνε σε αυτό το βιβλίο που αναφέρεται σε υιοθεσίες. Ωστόσο, αναλογιζόμενη όλους αυτούς τους ανθρώπους που έχω συναντήσει τα τριάντα τρία χρόνια που εργάζομαι στο συγκεκριμένο χώρο, θα απαντήσω πως όλοι μα όλοι οι υιοθετημένοι κουβαλούν ένα τραύμα. Ο υιοθετημένος έχει πολλά ερωτήματα: γιατί κάποιος δεν με αγάπησε αρκετά ώστε να με κρατήσει στη ζωή του; Γιατί κάποιος δε με φρόντισε τόσο ώστε να μην με απομακρύνουν από κοντά του; Γιατί κάποιος με κακοποίησε τόσο ώστε να βρεθώ σε ένα ίδρυμα; Γιατί άραγε με υιοθέτησαν αυτοί οι άγνωστοι; Για να καλύψουν τα δικά τους κενά; Αυτοί με αγάπησαν; Με αγαπούν; Ακόμα κι αυτοί που μαθαίνουν μεγάλοι ότι έχουν υιοθετηθεί έχουν να απαντήσουν στο ερώτημα γιατί δεν του/της είπαν την αλήθεια.
Η υιοθεσία όσο όμορφη και να φαίνεται, όσο επιτυχημένη και να είναι κρύβει κάπου στο βάθος ένα τραύμα πολλές φορές ανομολόγητο.
M.W.G: Παρόλο που διανύουμε τον εικοστό πρώτο αιώνα, υπάρχουν πολλά παιδιά που κακοποιούνται και δυστυχούν, ακόμα και σε χώρες που θεωρούνται προοδευμένες. Ποιο είναι το λάθος που κάνουμε ως κοινωνία; Υπάρχει συλλογική ευθύνη ή είναι θέμα οικογενειακής αντιμετώπισης;
Α.Δ. Επειδή πρόκειται για ένα πολύ σύνθετο με ευρείες διαστάσεις πρόβλημα το οποίο χρήζει ενδελεχούς διεπιστημονικής – και όχι μόνο – προσέγγισης, οποιαδήποτε προσπάθεια να απαντηθεί συνοπτικά ίσως θεωρηθεί επιπόλαιη.
M.W.G: Υιοθεσία και Ελλάδα. Είναι ικανοποιητικό το επίπεδο συγκριτικά με άλλες χώρες ή υπάρχουν ακόμα πολλά που θα έπρεπε να γίνουν;
Α.Δ. Φαίνεται πως κάτι άρχισε να κινείται όπως προανέφερα αλλά ακόμα δεν έχουμε δει το σύστημα να δουλεύει μέχρι το τελικό του στάδιο. Είναι ακόμα στην αρχή. Δεν έχουμε φτάσει στο σημείο να έχουμε υιοθεσίες με το καινούριο σύστημα, το ταίριασμα παιδιών από ιδρύματα και υποψήφιων γονέων γίνεται μέσω ενός υπολογιστή, οι δυσκολίες είναι ακόμα πολλές. Είναι πολύ πρόωρο να μιλήσω για κάτι τέτοιο.
M.W.G: Σας ευχαριστούμε πολύ και ευχόμαστε κάθε επιτυχία στα μελλοντικά σας σχέδια.