Τη Δευτέρα 19 Απριλίου 1824, Δευτέρα του Πάσχα, λίγο μετά τις 6 το απόγευμα, ο Λόρδος Βύρωνας άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, στα 36 του χρόνια. Μέσα στα χρόνια, πολλές εξηγήσεις έχουν προταθεί για τον θάνατο του Άγγλου ευγενή και ποιητή, που ήρθε στην Ελλάδα να πολεμήσει στο πλευρό των Ελλήνων ξοδεύοντας όλη σχεδόν την περιουσία του στον αγώνα για την ανεξαρτησία τους· του ανθρώπου που, μετά τον πρόωρο θάνατό του που συγκλόνισε τον ελληνισμό και όλη την Ευρώπη, καταξιώθηκε ως ο εμβληματικότερος Φιλέλληνας.

O Λόρδος Βύρωνας έμεινε στο Μεσολόγγι λίγο παραπάνω από εκατό ημέρες· για τις τελευταίες από αυτές, τις κρίσιμες ώρες πριν χαθεί, αλλά και για τον αντίκτυπο που προκάλεσε η τόσο σύντομη παρουσία του στον Αγώνα, διαβάζουμε σε τρία βιβλία: Ο πόλεμος του Μπάιρον (μτφρ. Κατερίνα Σχινά) του καταξιωμένου καθηγητή Σύγχρονης Ελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Λογοτεχνίας στο King’s College του Λονδίνου Roderick Beaton, επανεξετάζει τη ζωή και το έργο του Βύρωνα µέσα από τη µακρά διαδροµή της σχέσης του µε την Ελλάδα. Στη Φλόγα της ελευθερίας: 1821-1833 (μτφρ. Τιτίνα Σπερελάκη), ο David Brewer αφηγείται ολόκληρη την τρομακτική και συγκλονιστική ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, αφιερώνοντας δύο ολόκληρα κεφάλαια στον Βύρωνα. Και, τέλος, στο έργο της 1821. Η αρχή που δεν ολοκληρώθηκε. Πότε και πώς δημιουργήθηκε το κράτος όπου ζούμε σήμερα, η Αθηνά Κακούρη εξηγεί συνοπτικά πώς και γιατί διατηρήθηκε ο ελληνισμός ζωντανός στα τετρακόσια χρόνια της Τουρκοκρατίας, φτάνοντας ως την ίδρυση του ελληνικού κράτους, αναφέροντας συχνά τον ρόλο του Βύρωνα στη δύσβατη αυτή πορεία. Η πολύπλοκη και πολυεπίπεδη προσωπικότητα του Λόρδου Βύρωνα, πρωταγωνιστή του πρώτου βιβλίου, αλλά με σημαντική παρουσία και στα άλλα δύο, ξεδιπλώνεται μέσα από τις συναρπαστικές, αλλά ταυτόχρονα ιστορικά τεκμηριωμένες, αφηγήσεις των τριών συγγραφέων.

Στο παραλήρημα των τελευταίων ημερών του επανερχόταν συνεχώς στην κόρη του Άντα — καθώς και στην Ελλάδα και σε όλα όσα είχε κάνει για τον Αγώνα. Ο Γκάμπα, πάντα αφοσιωμένος, συμπεραίνει ότι ακόμη τον απασχολούσε η υπόθεση, ενώ ο Πάρρυ επιμένει ότι είχε περιπέσει σε σύγχυση. Σε κάποιο διάλειμμα διαύγειας, είπε τα ακόλουθα λόγια στον Γκάμπα, ο οποίος και τα μετέφρασε στα ιταλικά: io lascio qualche cosa dicaro nel mondo. Το τι εννοούσε ακριβώς έχει αποτελέσει ζήτημα διαφωνιών. Όμως η φράση είναι ξεκάθαρη: «Αφήνω κάτι πολύτιμο στον κόσμο». Αν όχι τίποτε άλλο, είναι μια δήλωση. Παρ’όλα όσα είχαν συμβεί, ύστερα από αυτούς τους μήνες στην Ελλάδα, και καθώς ο προσωπικός του «πόλεμος» έφτανε στο τέλος του, ο Μπάιρον ήταν έτοιμος να παραδώσει στους επόμενους κάτι πολύτιμο, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για τους άλλους. Στον Δον Ζουάν, λίγες μέρες αφότου είχε δει τη σορό του Σέλλεϋ να παραδίδεται στις φλόγες περιβεβλημένος τη δόξα ενός αρχαίου Έλληνα ήρωα, είχε γράψει:Θα πολεμήσω, έστω και με λέξεις (και, αν η τύχη το θελήσει, και με πράξεις)…
Παρά τα πλήγματα που δέχτηκε τις τελευταίες μέρες της ζωής του, η τελευταία παρακαταθήκη του Μπάιρον στον κόσμο ήταν η πολιτική πραγματικότητα στο Μεσολόγγι, στη δημιουργία της οποίας είχε συμβάλει ο ίδιος — και όχι η ποίηση στην οποία όφειλε τη φήμη του.Την Κυριακή ήταν Πάσχα. Ήταν έθιμο, μετά την πρωινή λειτουργία, οι ένοπλοι άνδρες να πυροβολούν απανωτά στον αέρα,όπως συμβαίνει σε ορισμένα μέρη της Ελλάδας ακόμη και σήμερα. Ο Μαυροκορδάτος διέταξε τον Πάρρυ και τον Γκάμπα να απομακρύνουν εκτός πόλης τους Σουλιώτες της ταξιαρχίας του Μπάιρον, για να μην ενοχληθεί ο ετοιμοθάνατος από τους πανηγυρισμούς τους. Περιπολίες στους δρόμους παρότρυναν τους πολίτες να αναστείλουν το γλεντοκόπι τους. Το βράδυ ο Μπάιρον βυθίστηκε σε κώμα, από το οποίο ποτέ δεν συνήλθε.Είχε φτάσει στην Ελλάδα μία ημέρα πριν από τα Χριστούγεννα. Πέθανε μία μέρα μετά το Πάσχα, στο αποκορύφωμα μιας θυελλώδους εβδομάδας. Ήταν μία στιγμή που έμοιαζε να ξεπηδάει από κάποιο δραματικό ποίημά του ή από ένα κλέφτικο τραγούδι. Ακόμη και όταν ζούσε, είχε χαιρετιστεί ως «λυτρωτής» ή «απελευθερωτής» — πιο πρόσφατα από τον παλιό σύντροφό του στα νεανικά του ταξίδια, τον Χομπχάους, στην τελευταία του επιστολή που ήταν σε θέση να διαβάσει ο Μπάιρον. Η τυχαία χρονική συγκυρία της άφιξης και του θανάτου στο Μεσολόγγι θα προσέδιδε νέους απόηχους σε αυτά τα εγκώμια.(Απόσπασμα από το κεφάλαιο «Πύρρειος Νίκη» του βιβλίου Ο πόλεμος του Μπάιρον του Roderick Beaton, μτφρ. Κατερίνα Σχινά, Εκδόσεις Πατάκη, 2015).