Γράφει ο Ερμής:
Συνέχεια από 5ο μέρος
Καθώς ο Βόλφγκανγκ προχωρούσε, το τοπίο άλλαζε και μεταμορφωνόταν. Άφησε πίσω του τον καταπράσινο λόφο και τώρα βρισκόταν σ’ έναν άγριο και τρομακτικό τόπο. Έρημο, βραχώδη, αλλά και με πολλά ρυάκια που δημιουργούνταν από πηγές που ανέβλυζαν μέσα από τους βράχους.
Ευτυχώς δεν είχε φθάσει ακόμα στο σημείο, όπου τα βράχια γίνονταν απόκρημνα και κοφτερά σαν λεπίδες. Ούτε μπορούσε όμως να διακρίνει και πόσο απείχε από αυτά, αφού το βουνό έμοιαζε τεράστιο.
Ο Βόλφγκανγκ είχε βυθιστεί στις σκέψεις του για τα πιθανά γεγονότα των επόμενων ημερών, ενώ η κίσσα παρέμενε σιωπηλή και ατάραχη σαν να μην την επηρέαζε τίποτα απ’ όσα έβλεπε.
Ύστερα από τρεις ώρες αδιάκοπης πεζοπορίας και καθώς οι συνθήκες ήταν δύσκολες, αφού τη μια στιγμή έκανε υπερβολική ζέστη και την άλλη παγωνιά, ο Βόλφγκανγκ κάθισε να ξεκουραστεί. Έβγαλε ένα κομμάτι ψωμί και τυρί από τον σάκο του και λίγους σπόρους σουσαμιού για να ταΐσει την κίσσα.
Αφού έφαγε, ήπιε νερό και έπειτα πλησίασε σε μια από τις πηγές για να γεμίσει το παγούρι του. Τότε όμως συνέβη κάτι περίεργο. Η πηγή άξαφνα στέρεψε και δεν έτρεχε καθόλου νερό.
«Άντε πάλι. Τι θα συμβεί τώρα;» σκέφτηκε ο Βόφγκανγκ, υποψιασμένος ύστερα από όσα είχε αντιμετωπίσει μέχρι τότε, ότι επρόκειτο για ένα ακόμα σημάδι.
Περίμενε λοιπόν δυο λεπτά, αλλά καθώς δεν υπήρχε καμιά κίνηση, αποφάσισε να λύσει μόνος του το μυστήριο.
Έτσι, πίεσε με τον σουγιά του τη σχισμή του βράχου για να δει αν υπήρχε κάποιο εμπόδιο, ενδεχομένως κάποια πέτρα που κύλησε και σταμάτησε τη ροή του νερού.
Όντως η λεπίδα του σουγιά σκάλωσε και δεν προχωρούσε βαθειά στον βράχο. Υπομονετικά και καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια, ο Βόλφγκανγκ κατάφερε τελικά να ξεκολλήσει ένα σκληρό εξόγκωμα.
Προσεκτικά, το τράβηξε από τη σχισμή και τότε είδε ότι ήταν ένα μικρό σμαράγδι.
«Ω!! Κοίτα τι βρήκα!!» είπε στην κίσσα, δείχνοντάς της το εύρημά του, αλλά εκείνη δεν αντέδρασε.
«Είναι πανέμορφο», σχολίασε ξανά ο Βόλφγκανγκ και αφού το έκρυψε στον σάκο του μαζί με το γυαλάκι που του είχε δώσει ο σκίουρος, γέμισε το παγούρι του με νερό που πλέον ανέβλυζε ελεύθερο από την πηγή.
Ξεκούραστος και μ’ ένα επιπλέον περίεργο απόκτημα, συνέχισε να προχωρά. Δεν είχε κάνει όμως ούτε εκατό βήματα, όταν αισθάνθηκε ξαφνικά τον σάκο του να κουνιέται.

Απορημένος, τον κατέβασε από τον ώμο του, τον ακούμπησε στο έδαφος, τον άνοιξε και τότε είδε ότι το σμαράγδι είχε αρχίσει να διογκώνεται.
Ο Βόλφγκανγκ οπισθοχώρησε φοβισμένος. Το σμαράγδι συνέχισε να μεγαλώνει και με μια κίνηση βρέθηκε έξω από τον σάκο και κατρακύλησε μέχρι ένα από τα πολλά ρυάκια που τους περιτριγύριζαν.
Όταν έπεσε στο νερό , το ρυάκι μετατράπηκε σε ποτάμι και το σμαράγδι βούλιαξε μέσα του.
Ο Βόλφγκανγκ συνέχισε να παρατηρεί τη σκηνή, δίχως να ξέρει πώς έπρεπε να αντιδράσει.
Είχαν περάσει αρκετά λεπτά αφότου το σμαράγδι βυθίστηκε στο ποτάμι, δίχως να υπάρξει άλλη κίνηση, όταν ακούστηκε ένα βουητό, τα νερά αναταράχτηκαν και μια αιθέρια ύπαρξη αναδύθηκε στην επιφάνεια.
Ήταν μια γοργόνα που είχε πράσινα μαλλιά και καταπράσινα μάτια.
«Ποια είσαι;» τη ρώτησε έκθαμβος ο Βόλφγκανγκ.
«Είμαι η Σμαραγδένια», αποκρίθηκε εκείνη. «Είμαι το πνεύμα του πετραδιού που βρήκες νωρίτερα. Ξέρω πού πας και τι αναζητάς. Μέχρι τώρα, ο δρόμος σου ήταν εύκολος. Σύντομα όμως τα πράγματα θα δυσκολέψουν και θα υπάρξουν φορές που θα θελήσεις να τα παρατήσεις και να επιστρέψεις στην ασφάλεια του σπιτιού σου.
Για να φθάσεις στο τέλος της διαδρομής, πρέπει λοιπόν να πιστέψεις στον εαυτό σου και κυρίως ότι έχεις τις δυνατότητες για να τα καταφέρεις.
Πάρε αυτό το φυλλαράκι και κράτησέ το. Όταν χρειαστεί, χρησιμοποίησέ το σωστά και αυτό θα σε βοηθήσει».
Ο Βόλφγκανγκ άπλωσε το χέρι του και πήρε το φύλλο που του ήταν εντελώς άγνωστο από ποιο φυτό προερχόταν.
«Είναι ένα φύλλο από το φυτό παχίρα», εξήγησε η Σμαραγδένια που διέκρινε την απορία στο βλέμμα του. «Κάθε κλαδί έχει πέντε φύλλα που αντιπροσωπεύουν το ξύλο, τη γη, το νερό, τη φωτιά και το μέταλλο. Συγκεντρώνει δηλαδή βασικά στοιχεία της φύσης και γι’ αυτό θεωρείται ότι φέρνει καλή τύχη και πλούτο.
Πάρτο λοιπόν και κάνε αυτό που πρέπει».
«Σ’ ευχαριστώ πολύ» είπε ο Βόλφγκανγκ, αλλά προτού προλάβει να ολοκληρώσει τη φράση του και να τη ρωτήσει πότε θα ερχόταν η ώρα που θα χρησιμοποιούσε το φύλλο, εκείνη χάθηκε μέσα στο ποτάμι που μεμιάς ξανάγινε ρυάκι…..

Συνεχίζεται…..
Συνταγή της Αμβροσίας: Αχλαδένια
Υλικά:
2 κιλά αχλάδια
2 ποτήρια νερό
3 ποτήρια ζάχαρη
Εκτέλεση:
Πλένουμε, καθαρίζουμε τα αχλάδια και τα κόβουμε σε τέσσερα κομμάτια. Τα βάζουμε σε μια κατσαρόλα, ρίχνουμε δυο ποτήρια νερό και τα βράζουμε καλά. Στη συνέχεια αποσύρουμε την κατσαρόλα από τη φωτιά και λιώνουμε τα φρούτα στο πρες πουρέ.
Τα ξαναβάζουμε στην κατσαρόλα, προσθέτουμε το νερό του προηγούμενου βρασμού που το έχουμε στραγγίσει σ’ ένα τουλπάνι και τα βράζουμε ξανά.
Ρίχνουμε τη ζάχαρη και συνεχίζουμε τη βράση, έως ότου δέσει η μαρμελάδα.