Από την Ισμήνη Χαρίλα
Το μυθιστόρημα «Γη που χάνεται» της Julia Phillips που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο και σε μετάφραση της Ιωάννας Ηλιάδη, ξεκινά με την απαγωγή δυο αδελφών, έντεκα και οχτώ ετών αντίστοιχα, από μια περιοχή της χερσονήσου Καμτσάτκα που βρίσκεται στον Βορειανατολικό Ειρηνικό Ωκεανό.
Ευθύς εξ’ αρχής, η Phillips που είναι καθηγήτρια δημιουργικής γραφής στο Randolph College, εγκαταλείπει τα ειωθότα και δεν εστιάζει ούτε σε σκηνές που θα ιστορούσαν την τύχη των δυο ανήλικων κοριτσιών μετά την απαγωγή τους, ούτε στις έρευνες της Αστυνομίας για τον εντοπισμό τους, ούτε στις λεπτομέρειες του εγκλήματος. Υιοθετώντας μια ιδιαίτερη προσέγγιση, δημιουργεί ένα ψηφιδωτό που αναπαριστά τον τρόπο ζωής, τις σκέψεις και τις αντιλήψεις των κατοίκων της απομακρυσμένης αυτής ρωσικής περιοχής που χαρακτηρίζεται από έντονο ψύχος, ενεργά ηφαίστεια και δυνατούς σεισμούς και κατανέμει χρονικά την αφήγηση στη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους που τα κορίτσια εξακολουθούν να αγνοούνται.
Κάθε κεφάλαιο αφιερώνεται λοιπόν σε έναν μήνα, με διακριτή την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, ενώ πρωταγωνίστρια σε καθένα από αυτά είναι μια διαφορετική γυναικεία μορφή που άλλοτε διανύει την περίοδο της εφηβείας, άλλοτε της πρώιμης ενηλικίωσης, άλλοτε της μέσης ηλικίας και άλλοτε του γήρατος και η ζωή της συνδέεται ή επηρεάζεται νοητά με την εξαφάνιση των κοριτσιών.
Ψυχογραφώντας επομένως τους ετερόκλητους αυτούς χαρακτήρες, η δημιουργός επιχειρεί να αποτυπώσει αρχικά πώς αφομοιώνει και διαχειρίζεται το ίδιο γεγονός καθένας από αυτούς και εν συνεχεία να διεισδύσει στη φιλοσοφία ενός άγνωστου για πολλούς κόσμο. Έναν κόσμο που μοιάζει να αμφιταλαντεύεται και να διχάζεται από την ταχύτητα της εξέλιξης του Δυτικού πολιτισμού και που προτιμά να παραμένει μια κλειστή κοινωνία, απρόσιτη σε μετανάστες και ξένα – φυσικά ή υλικά – στοιχεία.
Με φόντο την άγρια ομορφιά της φύσης, η Phillips διεισδύει σταδιακά στη ζωή των Εβένων, ενός νομαδικού λαού της Σιβηρίας, στις πολιτισμικές διαφορές ανάμεσα σε γηγενείς και Ρώσους και στις πεποιθήσεις των ανθρώπων που υπερασπίζουν ή καταδικάζουν κάποιον βάσει συγκεκριμένης ιδεολογικής θεώρησης και όχι απτών δεδομένων.

Η απαγωγή των κοριτσιών, η εγκληματική αυτή πράξη, γίνεται αφορμή για να αναδειχθούν ποικίλα θέματα, όπως ο ρόλος των γονέων στην προστασία των παιδιών τους και στην εκπαίδευσή τους να αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο, αλλά και στη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους που καθορίζει την πορεία τους προς τη σταθερότητα και την υγιή ανάπτυξη ή αντίστοιχα στην αστάθεια και την προβληματική συμπεριφορά που δύναται να αποδειχθεί καταστροφική για τον εαυτό τους ή τον περίγυρο.
Η σκληρότητα του τοπίου συνάδει με την τραχύτητα των ανθρώπων και οι πάγοι μοιάζουν να κλείνουν στο εσωτερικό τους τα δάκρυα εκείνων που επιθυμούν να ξεφύγουν από τις κοινωνικές συμβατικότητες και να ζήσουν ελεύθεροι και απαλλαγμένοι από απαιτήσεις ή υποχρεώσεις που δεν έχουν επιλέξει. Στο σημείο δε αυτό εμφανής είναι σε ορισμένες περιπτώσεις η επισήμανση της ειρωνικής χροιάς, οσάκις η φυσική απεξάρτηση από δεσμεύσεις μετατρέπεται σε υποταγή λόγω οικονομικών περιοριστικών παραγόντων.
Ως εκ τούτου, η Phillips αναλύει τη ζωή στην Καμτσάτκα από όλες τις πλευρές, αφού η πυραμίδα της χτίζεται επάνω στα εθνολογικά χαρακτηριστικά, τα ήθη, τα έθιμα, την ιδεολογική προσέγγιση, τις καθημερινές συνήθειες, αλλά και την πολιτικοοικονομική κατάσταση μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Με ιδιότυπη και πρωτότυπη μέθοδο για ένα έργο που στηρίζεται στα θεμέλια μιας αστυνομικής υπόθεσης, η Phillips κατασκευάζει το μωσαϊκό της αφήγησης με τους φόβους, τις προσδοκίες, τις επιθυμίες και τις απώλειες που στιγματίζουν και αναθεωρούν οποιοδήποτε δεδομένο. Στη συνέχεια επισημαίνει την πάλη του ατόμου είτε με τον ίδιο τον εαυτό του που ενίοτε το καλεί να συμβιβαστεί, είτε με την κοινωνία που απαιτεί διαρκώς την τήρηση των κανόνων της, ακόμα και αν παραπαίουν της λογικής, είτε με τις καθημερινές αντιξοότητες, είτε με τους κρατικούς φορείς που, ενώ οφείλουν να προασπίζουν τα δικαιώματα των πολιτών και να μεριμνούν για την ισότιμη και δίκαιη μεταχείριση όλων, ενίοτε ενδέχεται να εθελοτυφλούν και να δρουν βάσει ταξικών κριτηρίων.
Τούτων δοθέντων, η συγγραφέας δεν παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό ένα ακόμα βιβλίου μυστηρίου, αλλά ένα υπαρξιακό αφήγημα που καταδεικνύει τη σπουδαιότητα της φιλοσοφικής αρχής τήρησης του μέτρου και την ομαλή σύμπλευση της επιστημονικής και τεχνολογικής εξέλιξης με τη φυσική ανθρώπινη υπόσταση.