Γράφει ο Ερμής:

Συνέχεια από 11ο μέρος

Το μήνυμα των πουλιών έφθασε παντού. Σε κάθε γωνιά του λόφου που μεταμορφωνόταν και έπαιρνε ξανά την πρότερη παραδεισένια μορφή του.

Ο Βόλφγκανγκ ήταν πολύ χαρούμενος που είχε βοηθήσει το νεαρό ζευγάρι, αλλά και τους κατοίκους του λόφου να γίνουν ευτυχισμένοι. Το ταξίδι του είχε βέβαια ξεκινήσει με άλλες προοπτικές, αλλά ακόμα και αν όλα στηρίζονταν σ’ έναν διαφορετικό μύθο που δεν αντικατόπτριζε την πραγματικότητα, εκείνος είχε αποκομίσει μοναδικές εμπειρίες και είχε κατορθώσει να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του και τα όριά του.

Ενώ τα πουλάκια τιτίβιζαν χαρούμενα, σιγά – σιγά έφθαναν στον κήπο τα υπόλοιπα ζωάκια, αλλά και ο γεράκος που είχε φιλοξενήσει τον Βόλφγκανγκ στο σπίτι του.

«Σ’ ευχαριστούμε», του είπε μόλις τον πλησίασε και ο Βόλφγκανγκ ένιωσε ότι για πρώτη φορά στη ζωή του είχε κάνει κάτι σημαντικό.

«Κέρδισα και εγώ πολλά από αυτήν την περιπέτεια», απάντησε στον γεράκο. «Τώρα όμως πρέπει να επιστρέψω στο σπίτι μου».

«Όχι ακόμα», παρενέβησαν η Μαργκώ και ο Κλάους που στέκονταν πλάι στον γεράκο. «Θέλουμε και εμείς να σε ευχαριστήσουμε για την ευτυχία που μας χάρισες. Θα μείνεις μαζί μας μέχρι αύριο για να παρευρεθείς στη γιορτή μας. Μια γιορτή που θα είναι αφιερωμένη στην ελευθερία όλων μας και στην οποία θα είσαι το τιμώμενο πρόσωπο».

Αν και ο Βόλφγκανγκ αισθάνθηκε αμήχανα με την προοπτική να βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής, δεν μπορούσε να φέρει αντιρρήσεις και έτσι συναίνεσε στην πρότασή τους.

Το επόμενο πρωινό οι κάτοικοι του λόφου είχαν ετοιμάσει μια υπέροχη γιορτή. Σε όλη την έκταση του κήπου είχαν τοποθετηθεί διάσπαρτα τραπέζια που ήταν φορτωμένα με φαγητά, γλυκά, φρούτα και χυμούς, ενώ μια μικρή αυτοσχέδια μπάντα παιάνιζε μελωδικούς σκοπούς.

Ζώα, πουλιά και άνθρωποι διασκέδαζαν και ευχαριστούσαν τον Βόλφγκανγκ που έλυσε τα μάγια. Για όλους ήταν ο ήρωάς τους και εκείνος συνειδητοποιώντας την έννοια της προσφοράς, ευχήθηκε να είχε ξανά την ευκαιρία να συμπαρασταθεί σε όσους είχαν ανάγκη.

«Αυτό δεν είναι ανέφικτο», άκουσε ξαφνικά μια φωνή, λες και κάποιος είχε διαβάσει τις σκέψεις του.

Έστρεψε το βλέμμα του προς την κατεύθυνση του ήχου και τότε αντίκρισε τις νεράιδες του λόφου.

«Αφού θέλεις να βοηθήσεις, μπορείς να γίνεις ο απεσταλμένος μας. Εμείς προστατεύουμε τον λόφο, το δάσος και όλα τα χωριά που βρίσκονται στην περιοχή και χρειαζόμαστε κάποιον που θα μπορεί να πλησιάζει τους ανθρώπους και να μαθαίνει τις δυσκολίες τους. Θα ταξιδεύεις διαρκώς και θα αναφέρεις κάθε πρόβλημα, ώστε εμείς να φροντίζουμε για την επίλυσή του».

«Η προσφορά σας είναι δελεαστική, όμως αν τη δεχτώ, δεν θα ξαναδώ την οικογένειά μου», σχολίασε ανήσυχος ο Βόλφγκανγκ, αλλά οι νεράιδες διέψευσαν τους φόβους του, απαντώντας ότι – εφόσον θα επισκέπτεται όλα τα χωριά – θα βρίσκεται συχνά και στο πατρικό του.

«Η ζωή σου θα αλλάξει», συμπλήρωσαν. «Δεν θα είναι πλέον στάσιμη και μίζερη, αλλά συναρπαστική και γεμάτη εκπλήξεις. Θα υπάρχουν στιγμές που θα τρομάζεις και θα θέλεις να σταματήσεις, αλλά και στιγμές απόλυτης ικανοποίησης».

«Ακριβώς αυτό που ήθελα», συλλογίστηκε ο Βόλφγκανγκ και τότε θυμήθηκε ότι, όταν ξεκίνησε το ταξίδι του, οι περιγραφές του πατέρα του διέφεραν από την πραγματικότητα. Ρώτησε λοιπόν τις νεράιδες αν υπήρχαν και άλλοι στις υπηρεσίες τους και εκείνες απάντησαν αρνητικά.

«Ναι, αλλά και στην αρχή μου είχαν πει ότι ορισμένοι είχαν ολοκληρώσει την αποστολή και στη συνέχεια έμαθα ότι κανείς δεν τα είχε καταφέρει», αμφισβήτησε τα λόγια τους ο Βόλφγκανγκ, με μια δόση καχυποψίας, αλλά εκείνες, δίχως να θυμώσουν, αποκρίθηκαν.

«Είναι αλήθεια ότι είχαμε διαδώσει πως ορισμένοι νέοι είχαν επιτύχει τον σκοπό τους. Βλέπεις, αν οι άνθρωποι πίστευαν ότι τα εμπόδια ήταν ανυπέρβλητα, δεν θα δοκίμαζαν καν και τότε θα χανόταν κάθε ελπίδα για να λυθούν τα μάγια. Τώρα όμως δεν αντιμετωπίζουμε την ίδια κατάσταση. Σου δίνουμε μια ευκαιρία γιατί ξέρουμε ότι είσαι ικανός για πολλά πράγματα και χαμένος στο χωριό σου δεν θα αποκτήσεις ποτέ τις εμπειρίες που επιθυμείς. Δεν έχουμε κανέναν λόγο να σου πούμε ψέματα, όμως είναι δικό σου θέμα αν θα μας πιστέψεις».

Ο Βόλφγκανγκ κατάλαβε ότι είχαν δίκιο και το δίλημμά του ουσιαστικά δεν υπήρχε, αφού έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα σε μια ζωή ρουτίνας και σε μια ζωή έντονων συγκινήσεων και εκπλήξεων. Δίχως άλλους δισταγμούς ή ενδοιασμούς, δέχτηκε λοιπόν την πρόταση των νεράιδων οι οποίες χαρούμενες του είπαν.

«Πήρες τη σωστή απόφαση. Αύριο θα πας στους γονείς σου για να τους χαιρετήσεις και έπειτα θα επιστρέψεις εδώ για να σου διδάξουμε τα μυστικά της περιοχής που μέχρι σήμερα είναι άγνωστα για κάθε ανθρώπινο όν. Σύντομα θα αποκτήσεις γνώσεις και δεξιότητες που θα διευκολύνουν τις αποστολές σου».

«Και εγώ θα είμαι πάντα δίπλα σου για να σε προστατεύω από τις κακοτοπιές», συμπλήρωσε η κίσσα που δεν είχε φύγει στιγμή από τον ώμο του.

«Εντάξει, αλλά θα πρέπει να μάθεις και εσύ τα όρια της σιωπής και της φλυαρίας», προσέθεσε ο Βόλφγκανγκ γελώντας, ενώ οι νεράιδες τον παρέσυραν να χορέψουν μαζί με τον Κλάους και τη Μαργκώ.

«Θα περάσουμε υπέροχα!!!!» είπε τραγουδιστά η κίσσα και ο Βόλφγκανγκ ήταν σίγουρος πια ότι η πόρτα που άνοιγε στο μέλλον ήταν λουσμένη στο φως και την ευτυχία.

ΤΕΛΟΣ

Συνταγή της Αμβροσίας: Γεύση ευτυχίας

Υλικά:

1 κιλό κεράσια

½ κιλό βύσσινα

1 ποτήρι νερό

1 κιλό ζάχαρη

Εκτέλεση:

Πλένουμε τα φρούτα και αφαιρούμε τα κουκούτσια. Τα βάζουμε σε μια κατσαρόλα, ρίχνουμε το νερό και τα βράζουμε καλά. Στη συνέχεια αποσύρουμε την κατσαρόλα από τη φωτιά και λιώνουμε τα φρούτα στο πρες πουρέ.

Τα ξαναβάζουμε στην κατσαρόλα, προσθέτουμε το νερό του προηγούμενου βρασμού που το έχουμε στραγγίσει σ’ ένα τουλπάνι και τα βράζουμε ξανά. Ρίχνουμε τη ζάχαρη και συνεχίζουμε τη βράση, έως ότου δέσει η μαρμελάδα.