Γράφει ο Ερμής:
Η μαργαρίτα δημιουργήθηκε σ’ ένα μεγάλο φυτώριο. Ένας σπόρος που φυτεύτηκε, άνθισε και μεταμορφώθηκε σ’ ένα όμορφο λουλούδι που μια βροχερή ημέρα του Ιανουαρίου αγοράστηκε ως δώρο για την εξάχρονη Μαργαρίτα και τοποθετήθηκε σε μια ζαρντινιέρα στο περβάζι του παραθύρου της.
Η παιδούλα το λάτρεψε και αφιέρωνε πολύ χρόνο για την περιποίησή του. Το πότιζε, του μιλούσε, του τραγουδούσε, του συμπεριφερόταν σαν να είχε ανθρώπινη μορφή. Και εκείνο αισθανόταν ξεχωριστό, ανάμεσα στα λουλούδια του κήπου.
Τα χρόνια πέρασαν και κατά τη διάρκειά τους άνθισαν και οι δύο μαργαρίτες. Το κορίτσι έγινε μια όμορφη κοπέλα και το λουλούδι φούντωσε και απέκτησε πολλά άνθη. Η ευτυχία φώλιασε στην καρδιά και των δύο.
Το κορίτσι χαιρόταν που είχε ένα όμορφο λουλούδι και το τελευταίο ικανοποιούταν γιατί το φρόντιζαν και το αγαπούσαν.
Ένα πρωινό, η τριανταφυλλιά που ήταν φυτεμένη σε μια γλάστρα στο διπλανό παράθυρο, είπε στη μαργαρίτα.
«Μη νομίζεις ότι θα σε έχει αιώνια δίπλα της. Κάποτε θα φύγει και θα σε ξεχάσει. Πάντα έτσι γίνεται».
Η μαργαρίτα δεν απάντησε. Δεν ήθελε να πιστέψει ότι η μικρή μοναδική και αγαπημένη της φίλη θα την εγκατέλειπε.
«Η τριανταφυλλιά ζηλεύει και δεν θέλει να είμαι χαρούμενη. Γι’ αυτό προσπαθεί να νιώσω ανασφαλής και να έχω αμφιβολίες για την ειλικρίνεια της Μαργαρίτας μου. Εγώ όμως δεν θα της κάνω το χατίρι».
Ένιωθε λοιπόν σίγουρο το λουλούδι για την αγάπη της ιδιοκτήτριάς του. Η τριανταφυλλιά του υπενθύμιζε ανά διαστήματα ότι έπρεπε να είναι προσεκτικό και επιφυλακτικό, αλλά εκείνο δεν άκουγε τίποτα.
Ο καιρός κυλούσε και ήρθε η στιγμή που η μαργαρίτα ήρθε αντιμέτωπη με τον χειρότερο φόβο της. Ένα βράδυ η φίλη της, ως συνήθως, ήρθε να την καληνυχτίσει. Τη χάιδεψε, την πότισε, ίσιωσε τα φύλλα της, αλλά πριν κλείσει το παράθυρο για να κοιμηθεί, της είπε.
«Μαργαριτούλα μου, απόψε είναι η τελευταία μου νύχτα εδώ. Θα μένω πλέον στο δικό μου σπίτι. Εσένα θα σε φροντίζει η μαμά μου. Δεν θα χαθούμε όμως. Θα έρχομαι να σε βλέπω. Αντίο!»
Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια της, πριν χαθεί πίσω από την κουρτίνα.
Το λουλούδι ένιωθε χαμένο. Δεν ήξερε τι να κάνει.
«Σου το είχα πει. Πάντα φεύγουν», σιγομουρμούριζε η τριανταφυλλιά δίπλα του και γελούσε ειρωνικά.
Το επόμενο πρωινό το κορίτσι έφυγε και το λουλούδι απέμεινε μόνο να περιμένει την αβέβαιη επιστροφή του. Κουνούσε τα πέταλα του και αναρωτιόταν
«Μ ’αγαπά, δεν μ’ αγαπά………..».

Συνταγή της Αμβροσίας: Χλόη
Υλικά:
1 κιλό ακτινίδια
¾ ζάχαρη
1 βανίλια
Εκτέλεση:
Καθαρίζουμε και κόβουμε σε κομμάτια τα ακτινίδια. Τα βάζουμε σε μια κατσαρόλα, ρίχνουμε 1 ½ ποτήρι νερό και τα αφήνουμε να βράσουν, έως ότου λιώσουν. Στη συνέχεια τα αφαιρούμε από την κατσαρόλα και τα πιέζουμε με το πρες πουρέ.
Τα ξαναβάζουμε στην κατσαρόλα, προσθέτουμε τη ζάχαρη, τη βανίλια και τον ζωμό της προηγούμενης βράσης και τα βράζουμε, έως ότου «δέσει» η μαρμελάδα.