Από την Ισμήνη Χαρίλα

«Είχα ήδη στο ενεργητικό μου αρκετές κινηματογραφικές ταινίες. Αυτές οι ταινίες όμως δεν είχαν καμία σχέση με τις θετικές επιστήμες. Είχα λοιπόν για πρώτη φορά την ευκαιρία να ενώσω τα κομμάτια μου. Η εποποιία του πρότυπου μέτρου μου έδινε την ευκαιρία να συντήξω τον κινηματογράφο και την επιστήμη, τις δυο δραστηριότητες στις οποίες είχα αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου και μ’ ένα επιπλέον πολύτιμο δώρο: την πολιτική διάσταση της Γαλλικής Επανάστασης. Όλα μου τα αυγά στο ίδιο καλάθι: επιστήμη, τέχνη και πολιτική. Τι ομελέτα θα έβγαζε όλη αυτή η ιστορία;» αναρωτιέται ο Ντενί Γκέτζ, μαθηματικός, καθηγητής της Ιστορίας των Επιστημών, χρονογράφος, μυθιστοριογράφος και δημιουργός του έργου «Η μέτρηση του μεσημβρινού» που πρωτοδημοσιεύτηκε στο Παρίσι το 1987 και κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Κέδρος και μεταφρασμένο στα ελληνικά από τον Ανδρέα Μιχαηλίδη.

Με επισταμένη έρευνα και μελέτη του αρχειακού υλικού, ο Γκέτζ ανασυνθέτει λοιπόν μια από τις σημαντικότερες περιόδους για την Ιστορία της Γαλλίας, τη Γαλλική Επανάσταση, που επηρέασε με τις εξελίξεις της και δη τις έντονες διεκδικήσεις της για ελευθερία, ισότητα και παιδεία και άλλους λαούς της Ευρώπης, όπως τους Έλληνες που τότε βρίσκονταν ακόμα δέσμιοι του τουρκικού ζυγού.

Στιγμή – ορόσημο της αφήγησης είναι το έτος 1792. Ως αποτέλεσμα του βέτο που άσκησε ο Λουδοβίκος 16ος στα μέτρα που ψηφίστηκαν από τη Συνέλευση και την εισβολή των Στρατευμάτων της Αυστρίας και της Πρωσίας στη Γαλλία για να αποκαταστήσουν τη Μοναρχία, τον Αύγουστο του 1792 η Εθνοφρουρά της Επαναστατικής Κομμούνας του Παρισιού μαζί με εθελοντές κατέλαβαν το παλάτι του Κεραμεικού, φυλάκισαν τον βασιλιά και την οικογένειά του, προκάλεσαν τη λήξη της Μοναρχίας και επέφεραν την εγκαθίδρυση της Πρώτης Δημοκρατίας.

Δυο μήνες νωρίτερα από τη σημαντική αυτή χρονική στιγμή ανοίγει η αυλαία της ιστόρησης της «Μέτρησης του Μεσημβρινού» με την έναρξη της αποστολής των αστρονόμων Ζαν Μπατίστ Ντελάμπρ και Πιέρ Μεσέν που ανέλαβαν να υπολογίσουν την απόσταση ανάμεσα στη Δουνκέρκη και τη Βαρκελώνη με απώτερο σκοπό τον προσδιορισμό του μήκους ενός πρότυπου μέτρου που θα καθιέρωνε μια νέα οικουμενική μονάδα μέτρησης.

Κατά τη διάρκεια της αποστολής τους που ολοκληρώθηκε έπειτα από έξι χρόνια, συνάντησαν πάμπολλα εμπόδια και το έργο τους κινδύνευσε αρκετές φορές να διακοπεί λόγω πολιτικών, στρατιωτικών και καιρικών συνθηκών. Έξι χρόνια που η Γαλλία μετέβη διαδοχικά από τη Βασιλεία στην Επανάσταση και έπειτα στη Δημοκρατία με την περίοδο του Διευθυντηρίου και τέλος την ανάληψη της εξουσίας από τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη.

Πρόκειται επομένως για μια ταραγμένη πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και ιδεολογικά εποχή κατά την οποία ο Γαλλικός λαός αντιμετώπιζε πλήθος δυσκολιών. Ο συγγραφέας «πατώντας» στην κινηματογραφική μανιέρα – το εν λόγω μυθιστόρημα προοριζόταν άλλωστε για ταινία – αφηγείται τα ιστορικά γεγονότα και μεταφέρει το κλίμα του τέλους του 18ου αιώνα, αναπαριστώντας σκηνές είτε από την καθημερινότητα με πρωταγωνιστές τους επαναστάτες και τους στρατιώτες που μάχονταν στις πολεμικές συρράξεις, είτε από τα φιλολογικά σαλόνια των Διαφωτιστών, όπου σύχναζαν επιστήμονες, καλλιτέχνες και εν γένει άνθρωποι του πνεύματος.

Σταδιακά και ταυτόχρονα με την ανάσυρση – μέσω της λεκτικής περιγραφής – του μακρινού παρελθόντος, διαφαίνεται η αγωνία του ερευνητή και κυρίως η προσπάθεια και η μαγεία της περιπετειώδους βιβλιογραφικής αναζήτησης των ουσιωδών στοιχείων και πληροφοριών για την ολοκλήρωση του έργου. Μια βύθιση δηλαδή σε αχαρτογράφητα ύδατα, όπου κάθε πέρασμα οδηγεί σε ένα άλλο και παρασύρει τον μελετητή σε ένα μοναδικό ταξίδι πνευματικής μέθεξης.

Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι «Η μέτρηση του μεσημβρινού» είναι ένα ιστορικό, ερευνητικό πόνημα το οποίο – μεταφερόμενο στο μυθιστορηματικό πλαίσιο – συνδυάζει το πραγματικό συμβάν με τον μύθο, δημιουργώντας – όπως σχολιάζει ο ίδιος ο Γκέτζ – μια αληθινή μυθοπλασία.

«Μυθοπλασίες αφού δημιουργούνται από τη φαντασία του συγγραφέα, αληθείς αφού είναι συμβατές με την επιστημονική και ιστορική αλήθεια».