Από την Ισμήνη Χαρίλα

«Αυτή είναι η ιστορία μιας γυναίκας κι ενός άνδρα που αγαπήθηκαν απόλυτα γλυτώνοντας έτσι από μια πεζή και συνηθισμένη ζωή. Τη φύλαξα στη μνήμη μου για να μην τη σβήσει ο χρόνος και μόνο τώρα στις ήρεμες νύχτες αυτού του τόπου, μπορώ τελικά να την αφηγηθώ. Θα το κάνω για εκείνους και για όλους όσους μου εμπιστεύτηκαν τη ζωή τους λέγοντας «να, γράψ’ την για να μην την πάρει ο άνεμος».

Με τη συγκεκριμένη αναφορά εκφράζει η Ιζαμπέλ Αλιέντε την πρόθεσή της για τη συγγραφή του μυθιστορήματός της με τίτλο «Του έρωτα και της σκιάς» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός και σε μετάφραση της Βασιλικής Κνήτου.

Μέσω τριτοπρόσωπης γραφής, η δημιουργός μεταφέρει τους αναγνώστες σε μια χώρα με δικτατορικό καθεστώς, η οποία αν και δεν κατονομάζεται, προκύπτει από τα συμφραζόμενα και από τη γνώση της βιογραφίας της Αλιέντε, ότι πρόκειται για τη Χιλή.

Στον αφηγηματικό πυρήνα του έργου, βρίσκονται δυο νέοι. Η δημοσιογράφος Ιρένε Μπελτράν και ο φωτογράφος συνεργάτης της, Φρανσίσκο Λεάλ, οι οποίοι αν και αρχικά έχουν φιλική σχέση, μετέπειτα ενώνονται με τα δεσμά της αγάπης και του κοινού αγώνα για να ξεφύγουν από τους διώκτες του καθεστώτος που επιχειρούν να τους φιμώσουν, προκειμένου να μην αποκαλύψουν τις πτυχές ενός τρομερού εγκλήματος. Ενός εγκλήματος, θύματα του οποίου είναι αθώοι άνθρωποι που εξαφανίστηκαν βίαια από τις οικίες τους, δολοφονήθηκαν και ενταφιάστηκαν σε ανώνυμους τάφους, δίχως ποτέ οι συγγενείς και οι φίλοι τους να μάθουν τι ακριβώς τους συνέβη.

Παραπέμποντας έντονα στη μορφολογία ενός άλλου έργου της, της «Εύας Λούνα», η Αλιέντε ακολουθεί και στο παρόν πόνημα τη γραμμική αφήγηση και συγκεντρώνει στοιχεία του λογοτεχνικού κινήματος του Μαγικού Ρεαλισμού που αναπτύχθηκε στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και του οποίου η ίδια είναι εκπρόσωπος.

Η πραγματικότητα επομένως περιγράφεται συνδυαστικά με το φανταστικό και με συμβολική υποδήλωση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στο κείμενο είναι η ανεξήγητη ασθένεια ενός νεαρού και μικροκαμωμένου κοριτσιού, της Εβανχελίνας που εκδηλώνεται μέσω επιληπτικών κρίσεων σε συγκεκριμένη ώρα της ημέρας, η υπόνοια ότι έχει θαυματουργές δυνάμεις και η επίθεση που δέχτηκε από εκείνη, ένας χειροδύναμος εκπρόσωπος του νόμου.

Όπως και στην «Εύα Λούνα» λοιπόν, η Ιρένε και ο Φρανσίσκο περιβάλλονται από ανθρώπους που είτε διαβιούν φτωχικά, όπως η οικογένεια της Εβανχελίνας, είτε αντιμετωπίζουν προβλήματα ευρείας κοινωνικής αποδοχής, όπως ο Μάριος, ο ομοφυλόφιλος αντιστασιακός κομμωτής και συνεργάτης του περιοδικού στο οποίο εργάζονται οι δυο πρωταγωνιστές.

Η πολιτική θεματική δεν θα μπορούσε να απουσιάζει και από το παρόν πόνημα και οι συνέπειες του δικτατορικού καθεστώτος που εξαναγκάζει τους πολίτες να ζουν υπό καθεστώς τρόμου, ενώ αποτρέπει κάθε απόπειρα ελεύθερης έκφρασης ή σκέψης, αναδεικνύονται στους βασικούς ρυθμιστές της εξέλιξης της ιστορίας.

Από τη μια πλευρά επομένως η πολιτική εξουσία και από την άλλη μια μερίδα εκπροσώπων της Εκκλησιαστικής εξουσίας που δρα στις σκιές και προσπαθεί να απαλύνει τον πόνο του βασανισμένου λαού.

Βαθμιαία, η Αλιέντε δημιουργεί συνεπώς αντιπαραθέσεις οι οποίες αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα και καθρεφτίζουν τον κόσμο. Το μίσος και η εχθρότητα αντιπαραβάλλονται στην αγάπη, το γήρας στη νεότητα, η φτώχεια στον πλούτο, η ψυχική και σωματική ασθένεια στην ευρωστία και την ευεξία, ενώ η πειθήνια τυφλότητα και υπακοή στην επιθυμία για δράση και αντίσταση στη βία και την ανελευθερία.

Παράλληλα, ο οίκος ευγηρίας που διατηρεί η μητέρα της Ιρένε λειτουργεί ως ένας μικρόκοσμος όπου προβάλλεται η αντίθεση ανάμεσα στην επιθυμία για ζωή και την αναγκαστική υποταγή στον θάνατο.

Έρωτας και σκιά και όπως στην Εύα Λούνα, ένα ακόμα συνειρμικό παιχνίδι λέξεων που παραπέμπει στο φως και το σκοτάδι, την αρχή και το τέλος, τη νίκη και την ήττα, το θάρρος και τη δειλία, το ταξίδι της λύτρωσης που έχει ως προορισμό το μέλλον ή αλλιώς ένα ταξίδι που επιζητά πάντοτε την επιστροφή στο χθες.