Από την Ισμήνη Χαρίλα

Το 1998 δημοσιεύτηκε το έργο της Giovanna Giordano «Un volo magico» που μεταφράστηκε στα ελληνικά από τη Στέλλα Πεκιαρίδη και κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 2022 από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.

Η ιταλίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος που προτάθηκε το 2020 για το Νόμπελ λογοτεχνίας, συστήνεται στο ελληνικό κοινό μ’ ένα φιλοσοφικό αντιπολεμικό παραμύθι που μεταφέρει τους αναγνώστες στην Ανατολική Αφρική και συγκεκριμένα στην Αιθιοπία στις αρχές του Δευτέρου Ιταλο – Αιθιοπικού ή Ιταλο – Αβησσυνιακού πολέμου.

Βασικός ήρωας της ιστορίας είναι ο Τζούλιο Τζαμό, ένας πιλότος που φθάνει στην Αφρική μ’ ένα Καπρόνι 133 στα πλαίσια μιας μυστικής αποστολής, τον Ιούνιο του 1935.

«Ανάλαφρος, ανήσυχος, αδέσποτος γάτος των νεφών», ο Τζαμό, ο «ταχυδρόμος του ουρανού» και επονομαζόμενος «Κουνούπι», αφού «προσγειώνεται παντού και είναι αθόρυβος», αντικρίζει με αληθινή κατάπληξη το θέαμα και την ομορφιά του φυσικού τοπίου και αφήνεται να παρασυρθεί από τη μαγεία μιας χώρας που βρίσκεται αντιμέτωπη μ’ έναν ξένο εισβολέα που επιζητά την κατάκτησή της, τη μετατροπή της σε αποικία και την εκμετάλλευση του φυσικού της πλούτου.

«Υπνωτισμένος και ζώντας στον κόσμο του ονείρου», ο Ιταλός πιλότος γνωρίζει τον έρωτα στα μάτια μιας Αβησσυνής, της Τιτζίστ, και μένει κοντά της ως το 1941 που καταλήγει να είναι αιχμάλωτος σ’ ένα από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Κένυας.

Η Μεγάλη Βρετανία έχει διαδεχθεί πλέον την Ιταλία και στα πλαίσια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ακολουθεί μια στρατηγική ενίσχυσης και στήριξης των Αβησσυνών έναντι των Ιταλών κατακτητών και τους βοηθά να ανακαταλάβουν αρκετές περιοχές της χώρας τους, με αντάλλαγμα την αποκόμιση κέρδους.

Ο Τζαμό βιώνει επομένως μια μακρά περίοδο στρατιωτικών συγκρούσεων, αλλά παρ’ όλα αυτά αφηγείται τα γεγονότα δίνοντας προτεραιότητα στην ομορφιά και τη θετικότητα της ζωής που χαρίζει ελπίδα και θάρρος στους ανθρώπους για να προχωρήσουν στο αύριο και το μέλλον.

«Η ζωή είναι ένα συνεχές πάνω – κάτω» σχολιάζει η Giordano, μέσω ενός εκ των ηρώων της και συμπληρώνει δια φωνής Τζαμό ότι «η πραγματικότητα είναι απείρως κατώτερη των ονείρων». Μια παραδοχή φυσικά απολύτως συμβατή με την οπτική ενός πιλότου που πετά και βρίσκεται καθημερινά μέσα στα σύννεφα, κυκλώνεται από την απεραντοσύνη του ουρανού και έχει μάθει να κρίνει τις καταστάσεις αποστασιοποιημένα και ψύχραιμα. Στα δικά του μάτια επομένως η φρίκη και ο παραλογισμός του πολέμου απογυμνώνονται, εκλογικεύονται και αντιμετωπίζονται με μια σουρεαλιστική εκδοχή που αντανακλά εντόνως την αντιμιλιταριστική ιδεολογία που απορρίπτει τον αρνητισμό και τις βιαιοπραγίες και αγκαλιάζει τη θετικότητα και την ελπίδα που εκφράζονται με πληθώρα σχετικών μηνυμάτων.

Η συγγραφέας δίνει κατά συνέπεια την ευκαιρία στους αναγνώστες της να θυμηθούν και ιδίως στους νεότερους να ανατρέξουν και να μελετήσουν πτυχές της Ιστορίας που σήμερα δεν τονίζονται ιδιαίτερα, όπως επί παραδείγματι το γεγονός ότι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αν και τελειοποιηθήκαν από τους Γερμανούς, είχαν πρωτοδημιουργηθεί στην Αφρική από τους Βρετανούς κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Μπόερς.

Αξιοσημείωτο δε είναι ότι το συγκεκριμένο πόνημα κυκλοφόρησε δυο χρόνια πριν την έλευση μιας νέας χιλιετίας που αν και αναμενόταν από την ανθρωπότητα ως κομίζουσα δώρα χαράς και ευτυχίας, αρνήθηκε να πρωτοτυπήσει και ακολουθώντας το παράδειγμα ιστορικών παρελθοντικών περιόδων, προτίμησε να κουβαλήσει ένα βαρύ φορτίο πόνου και δυστυχίας.

Το αύριο μεταπηδά άρα στο χθες και το σήμερα, ενώ η πρόβλεψη και η ευχή μετουσιώνονται στη μνήμη και το βίωμα. Συνάμα όμως διατυπώνεται ένα διδακτικό συμπέρασμα και υπερθεματίζεται η άποψη ότι κάθε θάνατος είναι μια καινούργια αρχή ή όπως γράφει η Giordano «η ζωή είναι μια κλεψύδρα». Και όπως όλες οι κλεψύδρες, κάθε φορά που αναποδογυρίζουν, δίνουν την ευκαιρία να ξεκινήσει μια νέα μέτρηση του χρόνου.