#Sibyl_Vane

Περνάμε πολλές ώρες της ημέρας μας στην εργασία μας. Πάνω από οκτώ, υπολογίζοντας στην καλύτερη περίπτωση και τη διαδρομή από και προς την δουλειά.

Οι ώρες στα αυτοκίνητα και στα μέσα, είναι γεμάτα υποθέσεις. Υποθέσεις που κάνουν το κεφάλι μας να κοντεύει να εκραγεί.
“Τι κέφια θα έχει σήμερα ο προϊστάμενος; Θα έχει γυρίσει ο τάδε από την άδεια, ή θα κάτσω πάλι διπλοβάρδια χωρίς να πληρωθώ; Μου καθυστέρησαν πάλι το μπόνους και τη βλέπω τη ΔΕΗ απλήρωτη. Αλλά βέβαια, η τάδε το πήρε, παίρνει κι έξτρα για τα ρουφιανιλίκια.”

Σε όλους μας έχει τύχει να γεμίσει το κεφάλι μας κούραση, πριν καν πατήσουμε το πόδι μας στο γραφείο.

Αυτά είναι ο κανόνας. Κανόνας επίσης, είναι και οι πολύ προσωπικές ερωτήσεις στις συνεντεύξεις, για να πάρεις μια θέση που θα σε φέρει στα παραπάνω σημεία. Οι γυναίκες θα με καταλάβετε περισσότερο.

“Πόσων ετών είστε;”
“Ελεύθερη; Αρραβωνιασμένη; Συζείτε; “
“Κάθε πότε κάνετε σεξ χωρίς μέτρα αντισύλληψης;”
Ώπα; Σοκαρίστηκες με την Τελευταία ερώτηση ε;
Ε, όταν σε ρωτάνε αν και πότε θα κάνεις παιδί, επί της ουσίας ΑΥΤΟ ρωτάνε. Και ΌΧΙ δεν είναι φυσιολογική ερώτηση.

Όλα τα παραπάνω, και πολλά χειρότερα, είναι ο κανόνας στις υπαλληλικές σχέσεις.

Πάμε στις εξαιρέσεις τώρα.
Κάποτε, τον καιρό του Νώε, εργαζόμουν σε τηλεφωνικό κέντρο. Οι βάρδιες με σκότωναν, οι πελάτες έβριζαν την εταιρεία μέσα στα δικά μου αυτιά, το διάλειμμα δεν έφτανε ΟΥΤΕ για να φτάσεις ως την τουαλέτα, και τα στατιστικά άπιαστα.
Κάπου μέσα εκεί, υπήρχε η Έφη. Η Έφη Χαψή.
Ήταν μαζί μου στις γραμμές να με εκπαιδεύσει. Μετά έγινε υπεύθυνη. Δεν άλλαξε κάτι. Η Ελένη Δημητρίου επίσης, ήταν εκεί , όταν χρειάστηκε να βρούμε λύση για να έχω σταθερό ωράριο έστω και με λιγότερες ώρες και χρήματα, γιατί η μητέρα μου χρειαζόταν λίγο παραπάνω φροντίδα τότε. Εκεί, ένα καλό αυτί στα ζόρια.
Ήταν εκεί, όταν χειρουργηθηκε ο μπαμπάς μου με τριπλό bypass, να μου βγάλει προγράμματα να βολεύει και το νοσοκομείο.

Όταν έφυγα από εκεί, εξακολουθούσαμε να μιλάμε στο Facebook. Και ακόμη μιλάμε.
Μια εξαιρετική κοπέλα, που μέσα στην κόλαση των απαιτήσεων του call center, έκανε την ανθρώπινη διαφορά. Όπως και η Ματίνα. Η Ματίνα Εξαρχάκου. Ένα κορίτσι γελαστό, από την σκληρή Γη της Μάνης, με πολλές ευαισθησίες και αγάπη.

Συνεχίζονται οι εξαιρέσεις, όταν μια ναυτιλιακή εταιρεία ζητούσε γραμματέα λογιστηρίου.

Οι πλατφόρμες ακατανόητες για μένα της θεωρητικής κατεύθυνσης. Αλλά πήγα.
Η προϊσταμένη, μόνο σακούλα για να παίρνω ανάσες δεν μου έφερνε όταν αγχωνόμουν.
Η αγαπημένη μου κα Ασημίνα Σταύρου.

Ήταν άνθρωπος δίκαιος, δεν ξεσπούσε σε κανέναν. Έψαχνε να βρει ποιος έκανε τι, για να κάνει ο,τι έπρεπε μαζί του. Είχαμε περάσει χρόνο μαζί, να μου εξηγεί, να με βοηθήσει, να μου εξηγήσει. Να με ξυπνήσει αν θέλετε, μιας και έχω ένα “κακό”: Βλέπω το καλό παντού. Και δικαιολογώ πράγματα.

Ερχόταν σκεπτική . Της έλεγα καλημέρα και χαμογελούσα. Την έβλεπα πως άλλαζε η αύρα της, και όλα γίνονταν καλύτερα μέσα στη μέρα!

Έχω στα χέρια μου μια χειρόγραφη δισέλιδη συστατική επιστολή από εκείνη. Μια επιστολή κόσμημα. Ξόδεψε ενέργεια και χρόνο, να μην είναι γενικόλογη, να είναι σαφής με το ποια είμαι και γιατί να με προτιμήσει κάποιος.

Φυσικά και μιλάμε ακόμη. Φυσικά τη σκέφτομαι με αγάπη, και της εύχομαι κάθε καλό.

Εταιρεία εμπορίας και συσκευασίας ζάχαρης. Μακριά από το σπίτι πολύ. Πολύ πρωινό ξύπνημα για να φύγουν τα φορτηγά για δρομολόγια.

Η θέση μου στην γραμματεία. Κλήσεις σε πελάτες, σε πιθανούς πελάτες, αποστολή τιμολογίων προτιμολογιων κι εγώ δε ξέρω τι.

Μέσα στο χάος και την εκμετάλλευση και από τα δύο κεφάλια της εταιρείας, την οποία και βούλιαξαν, υπήρχαν οι οδηγοί μας.

Κάθε πρωί που πήγαινα, κοπλιμεντα από τα “αγόρια” μας στις νταλίκες. Ο Κώστας, ο Στάθης, ο Αλμπέρτο. Πάντα ευγενικοί και με το χαμόγελο όταν τους έβγαζα τα δρομολόγια με τον αποθηκάριο, τον Χρηστάρα. Άλλο αγόρι της πιάτσας και της νύχτας που χαιρόμουν να του μιλάω.

Ο αδελφός του, ήταν υπεύθυνος πωλήσεων. Ο Βάιος. Πάντα παρών να με καθοδηγήσει στο πώς μιλάμε στον κάθε πελάτη, πως πληρώνει, πάντα με οδηγίες για τον κάθε προμηθευτή. Με είχε δίπλα του καιρό, μέχρι που έφυγε.
Και μετά με τις οδηγίες του, έμεινα μόνη πίσω σε αυτό το κομμάτι. Δεν με αναγνώριζα πως είχα γίνει, παιδί της αγοράς, της πιάτσας, με την καλή έννοια.

Όταν έκλεισε η εταιρεία, βασικά όταν έκανε την τελευταία της βουτιά στη χρεοκοπία, λίγο διάστημα έμεινα στον ΟΑΕΔ.

Η κουμπάρα μας, μου πρότεινε να στείλω βιογραφικό σημείωμα στην εταιρεία που ήταν στέλεχος ο άντρας της. Ένας εξαιρετικός άνθρωπος, με παιδεία, καλοσύνη, γλυκό βλέμμα και καλή διάθεση. Ο Δημήτρης Γρίβας.
Το έκανα.
Με πήραν. Τηλεφωνικές πωλήσεις σε διάφορα έργα και προϊόντα.
Ώσπου δε μπορούσα πια παρά να τα πάρω προσωπικά. Όλα αυτά που άκουγα μες τα μεσημέρια. Τις κατάρες, τις αρνήσεις.
Να μην βάλω στην εξίσωση την στοχοθεσια που με άφηνε άυπνη.

Ώσπου αποφασίζω να πάω στην υπεύθυνη HR.
Την αγαπημένη Διονυσία Καραχάλιου. Εκείνη ένα μεσημέρι με μάζεψε από το πάτωμα, σε μια κρίση πανικού γιατί δε βγήκαν οι στόχοι πωλήσεων.
Της είπα “φεύγω δεν αντέχω”
Μου είπε: “Μείνε, θα βρω λύση”
Και βρήκε.

Αλλάξαμε έργο.
Και βρήκα εκτός από την ηρεμία μου, και άλλα παιδιά, άξια. Που η επιβράβευση ήταν στο πετσί τους, κι όχι θεωρία.
Τον Θάνο Γιαμμαίο, την Αναστασία Παναγιωτοπούλου, την Νάνσυ Αρβανιτάκη.
Χαρά με τη χαρά μου, αυτή της πώλησης, κι όχι προσχηματική.

Επόμενος σταθμός, έχοντας πάρει απόφαση να αφήσω πίσω μου τις βάρδιες και τα ακουστικά, ο Ασφαλιστικός τομέας και ο τομέας της υγείας.

Η Αγαπημένη μου Έλσα, και όλη η οικογένεια Αλεξίου. Γνωριμία και φιλία του Facebook που εγινε σχέση εμπιστοσύνης, αγάπης και προσοχής.
Μια γυναίκα που μοιράστηκε μαζί μου, κάθε λαχτάρα προσωπική. Καθε αγωνία επαγγελματική. Και να έχει εμένα να την κυνηγάω με το κουλούρι και τον γκαφέ της να μη μου πέσει κάτω . Κι εμένα; Εμένα με φρόντιζε ο μπαμπάς της. Έτρωγα κι έπινα ο,τι ήθελα.
Ήμουν η προσωπική γραμματέας της οικογένειας.
Ήταν πολύ τρυφεροί μαζί μου, καταλάβαιναν την ενσυναίσθηση μου. Μου έκαναν πλάκα, μου έλεγαν “ευχαριστώ”.

Τέλος, φτάνουμε στο τώρα. Κοσμάς Θεοδωρίδης. Ένα όνομα μια φίρμα στον επιστημονικό, μεσιτικο και γενικά , τον κόσμο.

Εμένα για γραμματέα με πήρε. Αλλά δεν κράτησε κρυφά τα μεσιτικά μυστικά από μένα. Με άφηνε να παρακολουθώ τα Σεμινάρια του, να μάθω, να σημειώνω.
Τα παιδιά στο γραφείο, με αγκάλιασαν με αγάπη. Όταν τον χρειάστηκα ήταν πάντα εκεί. Με ένα “μπράβο”. Με μια επιβράβευση, με μια παρότρυνση να αναπνέω, γιατί κατά καιρούς το ξεχνούσα κι αυτό.
Ήταν μεγάλο σχολείο σε ένα χώρο σκληρό, ένα χώρο που παίζεται “ξύλο” . Η λογική του, η νοοτροπία του, η στάση ζωής του, ένα τεράστιο μάθημα για όποιον στάθηκε τόσο τυχερός να βρεθεί κοντά του.

Κόσμε, υπάρχουν άνθρωποι παντού, στον κόσμο των τεράτων. Εύχομαι να τους βρείτε, να τους αναγνωρίσετε, και να πείτε ένα ευχαριστώ στον ύψιστο, που κάτι σας έμαθαν.