Από την Ισμήνη Χαρίλα
Στη μουσική το ιντερμέτζο ορίζεται ως η παρεμβολή ανάμεσα σε δυο πράξεις μιας σύνθεσης με αυτοτέλεια αναφορικά με το υπόλοιπο μουσικό έργο.
Ο Ευγένιος Ο’ Νηλ στο θεατρικό του έργο «Παράξενο Ιντερμέτζο» που τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Μπρόντγουεϊ στις 31 Ιανουαρίου 1928, σχολιάζει μέσω της κεντρικής του ηρωίδας ότι «Οι ζωές μας είναι απλώς παράξενα σκοτεινά ιντερλούδια στην ηλεκτρική επίδειξη του Θεού Πατέρα!»
Βασική πρωταγωνίστρια του έργου είναι η Νίνα. Μια γυναίκα που ενσαρκώνει ταυτόχρονα τους ρόλους της κόρης, της συζύγου, της ερωμένης, της μητέρας, της φίλης και η οποία περιστοιχίζεται από τρεις άνδρες. Τον σύζυγό της, τον παιδικό της φίλο που είναι πλατωνικά ερωτευμένος μαζί της και τον εραστή της. Και οι τρεις είναι δέσμιοι της γοητείας της και εγκλωβίζονται αέναα σε μια σχέση που είτε τους προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα πόνου, αυτολύπησης και μαζοχιστικής ευδαιμονίας, είτε τους τυφλώνει και τους οδηγεί σ’ έναν μακάριο εφησυχασμό.
Το εν λόγω θεατρικό έργο – πεντάωρης διάρκειας που αποτελείται από δυο μέρη και εννέα πράξεις – θίγει επομένως μέσω της ιστορίας του ερωτικού αυτού τετραγώνου μια πλειάδα θεμάτων που έχουν ως βάση το ηθικό δίλημμα της απιστίας και της μοιχείας που προκύπτει από τον διακαή πόθο της Νίνας να αποκτήσει ένα υγιές μωρό και είναι συνέπεια της πρωθύστερης επιβεβλημένης άμβλωσης του εμβρύου που κυοφορούσε από τον σύζυγό της, όταν η πεθερά της την ενημέρωσε ότι η οικογένεια τους έχει ιστορικό σχιζοφρένειας.
«Συνεργός» και συμμέτοχος στην πραγματοποίηση της επιθυμίας της είναι ο γιατρός της, ο οποίος αν και αντιμετωπίζει αρχικά την πρόκληση ως ένα ιατρικό πείραμα, καταλήγει να εμπλακεί συναισθηματικά, να ερωτευτεί τη Νίνα και να συμβιβαστεί με τα ψίχουλα αγάπης που του προσφέρει μέσω του παράνομου δεσμού τους.
Κατά συνέπεια, ο δημιουργός, πρωτοτυπώντας και χρησιμοποιώντας τις δυο δραματικές τεχνικές, αυτήν του μονολόγου κατά την οποία οι ήρωες εκφράζουν δυνατά επί σκηνής τις σκέψεις τους και εκείνη της παράκρουσης κατά την οποία οι χαρακτήρες αποκαλύπτουν τους συλλογισμούς τους στο κοινό, αλλά όχι στους άλλους ήρωες του έργου, ταράζει τα νερά με προβληματισμούς γύρω από αμφιλεγόμενα θέματα που ακόμα και σήμερα αποτελούν ταμπού για μια μερίδα ανθρώπων.
Από τη μια πλευρά λοιπόν είναι η μοιχεία, η εξαπάτηση, η άμβλωση για ιατρικούς λόγους και η προσπάθεια κυοφορίας ενός υγιούς εμβρύου και από την άλλη η διφορούμενη εικόνα των πράξεων και των σκέψεων της ηρωίδας. Μιας γυναίκας που βιώνει δυο φορές την απώλεια των ονείρων της. Την πρώτη φορά όταν σκοτώνεται στον πόλεμο ο αρραβωνιαστικός της και ουσιαστικά ο μοναδικός άνδρας που ερωτεύτηκε και τη δεύτερη όταν η προοπτική ενός ευτυχισμένου γάμου μετατρέπεται σε μια περίπλοκη σχέση που ισορροπεί ανάμεσα στην ανάγκη ικανοποίησης του εραστή της που αποσκοπεί στην απόκτηση ενός παιδιού και τον αποπροσανατολισμό του αθώου συζύγου της που δεν πρέπει να πληγωθεί.
Μιας γυναίκας επίσης που, στον αναλυτικό σχολιασμό ορισμένων, είναι ένα θύμα των περιστάσεων που αναγκάζεται να προσαρμοστεί στις συνθήκες, ενώ κατά την άποψη άλλων ο θύτης που παραπλανά και εκμεταλλεύεται τα συναισθήματα και την αδυναμία των τριών ανδρών προς όφελος της.
Με ρεαλιστική απεικόνιση και ψυχογραφώντας έναν γυναικείο χαρακτήρα που ξεφεύγει των ειωθότων προτύπων της εποχής, ο Ο’ Νηλ ασχολείται συνεπώς και στο παρόν έργο του, όπως και στα υπόλοιπα με θέματα που εγείρουν μια πολεμική ερμηνειών και ιδίως με τη δύναμη του ασυνείδητου μυαλού, ενώ η απαισιοδοξία διαχέεται μέσω της απεμπόλισης της εκφραστικής δύναμης των ονείρων.
Καθ’ όλη την εξέλιξη του έργου είναι εμφανές λοιπόν ότι οι επιλογές του παρελθόντος καθορίζουν τις εξελίξεις του μέλλοντος, ενώ κατά τη διάρκεια αναζήτηση μιας ουτοπικής πλάνης χάνεται η ευκαιρία της ευτυχίας. Διότι, όπως σχολίασε και ο ίδιος ο συγγραφέας «Παρασυρμένοι από ένα παραμύθι, σπαταλούμε τη ζωή μας ψάχνοντας για μια μαγική πόρτα ή για ένα χαμένο βασίλειο της γαλήνης».