Από την Ισμήνη Χαρίλα
Στη «Σκακιστική Νουβέλα», το τελευταίο έργο που άφησε ως παρακαταθήκη στους αναγνώστες του ο Στέφαν Τσβάιχ, η ιστορία έχει ως αφετηρία τη συνάντηση μιας ομάδας σκακιστών κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με προορισμό το Μπουένος Άιρες. Μέσω της ψυχογραφικής ανάλυσης των ηρώων, ο Τσβάιχ προβάλλει την εμπόλεμη κατάσταση που επικρατούσε την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αναλύει τους ρόλους που επιλέγει να διαδραματίσει το άτομο στη ζωή του και οι οποίοι, όπως και στο σκάκι, ορίζουν τους νικητές, τους ηττημένους και τους απλούς παρατηρητές.
Ογδόντα χρόνια έπειτα από το εν λόγω έργο και συγκεκριμένα το 2021, ο Γάλλος συγγραφέας Arthur Larrue πραγματεύεται στο τρίτο του μυθιστόρημα με τίτλο « Η διαγώνιος Αλιέχιν» – που κυκλοφορεί μεταφρασμένο στα ελληνικά από την Κάλλια Ταβουλάρη και τις Εκδόσεις Μεταίχμιο – τη βιωματική περίοδο του παγκόσμιου πρωταθλητή στο σκάκι Αλεξάντερ Αλεξάντροβιτς Αλιέχιν.
Η αφήγηση ξεκινά το 1939, όταν ο Ρώσος σκακιστής, με γαλλική υπηκοότητα, διατάσσεται να εγκαταλείψει το Μπουένος Άιρες και να επιστρέψει στο Παρίσι. Αντιμέτωπος με τους δαίμονες του, εξαρτημένος από το αλκοόλ και δεχόμενος υπερβολική πίεση από τους Γερμανούς κατακτητές, ο Αλιέχιν συναινεί να συμμετάσχει σ’ ένα έργο καταβαράθρωσης και σπίλωσης της φήμης σημαντικών σκακιστών με εβραϊκή καταγωγή, το οποίο τον οδηγεί στη σταδιακή αποκάκρυνση από τους παλιούς φίλους και συνεργάτες του, αλλά και τη σύντροφό του.
Με ρεαλιστική οπτική, ο συγγραφέας εξηγεί λοιπόν την εκμετάλλευση της χειριστικής ιδιότητας των χαρακτηριστικών του παιχνιδιού που επιτρέπει το μανιπουλάρισμα εκείνων που δυνητικά θα μπορούσαν να αποτελέσουν πόλους αντίστασης.

«Τι καλύτερο για να κρατήσεις το μυαλό απασχολημένο και να το αποσπάς από την πολιτική; Οι παίκτες που απορροφούνται από φανταστικές μονομαχίες γίνονται καλοί και πειθήνιοι σύντροφοι. Ο εικονικός κόσμος του σκακιού απομυζά όλη τους την εξυπνάδα, όλη τους την προσοχή κι αποδεικνύεται ένα θαύμα χαλάρωσης για τους φυλακισμένους, μια πολύ καλή άσκηση μνήμης για τα παιδιά κλπ», σχολιάζει ο Larrue και, όπως αντίστοιχα ο Τσβάιχ, στήνει τη μυθιστορηματική του σκακιέρα αντιπαραβάλλοντας τις διαφορετικές θέσεις των μορφών που ενεπλάκησαν ως πρωταγωνιστές ή μη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπάρχουν επομένως οι κατακτητές και οι Σύμμαχοι που λαμβάνουν τις αποφάσεις και ρυθμίζουν τις εξελίξεις, αλλά και οι απλοί πολίτες που εγκλωβίζονται και λειτουργούν ως πιόνια και παράπλευρες απώλειες, ασήμαντες μέσα στο πλαίσιο επίτευξης του τελικού σκοπού, δηλαδή τη νίκη του Πολέμου.
Διαφαίνεται κατά συνέπεια μια εξιστενσιαλιστική αντίληψη, υπό την έννοια του αυτοκαθορισμού της συμπεριφοράς, ως ενέργεια ελευθερίας. Ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος των πράξεών του, οι οποίες δεσμεύουν και δρουν υπέρ ή κατά της ανθρωπότητας, αφού, σύμφωνα με την υπαρξιστική φιλοσοφική ρήση του Sartre «αν η ύπαρξη προηγείται της ουσίας, ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για αυτό που είναι».
Δίχως συγκινησιακή αφηγηματική τεχνική, αλλά με μια προσέγγιση που διατηρεί σε πρώτο επίπεδο τις αρχές των ίσων αποστάσεων, είναι άρα εμφανές ότι ο Larrue αναδεικνύει εμμέσως την ψυχοσύνθεση και ιδίως τη διαφορετικότητα στη συλλογιστική και τη βούληση μιας ρευστής εποχής όπου τα όρια ανάμεσα στο σωστό και το λάθος, το δίκαιο και το άδικο χάνονται και οι αναλογίες μεταλλάσσονται, αφού το πράο και ήρεμο θήραμα αγριεύει και μεταμορφώνεται σε θηρίο που διεκδικεί τη λύτρωση, τη σωτηρία και ακόμα και την εκδίκηση για τα τερατώδη βασανιστήρια που βίωσε στο όνομα μιας παράλογης και ανελέητης πολιτικής.
Ως εκ τούτου το σκάκι, όπως και ο πόλεμος απαιτεί εξυπνάδα, ψυχραιμία, υπομονή και κυρίως μια στρατηγική που θα ορίσει τον νικητή, έστω κι αν στην αρχή αυτός είναι ο ηττημένος ή απλώς ο αμυνόμενος. Διότι, όπως επισημαίνεται και στη «διαγώνιο Αλιέχιν», «όταν η ιστορία και η τρέλα διαπλέκονται, είναι ώρα για ματ».