#illusionskiller Γιώργος Παρασκευόπουλος

   Μπαίνεις σπίτι και αμέσως λύνεις τη ζώνη του παντελονιού σου.

Βιάζεσαι να μπεις στο μπάνιο, για να προβείς σε εκκένωση ουροδόχου κύστεως, αλλά κυρίως για να ρίξεις αρκετό νερό στα μούτρα σου, για να νιώσεις λίγη ανανέωση από τη σχετικά δύσκολη μέρα.

Ούτε ένα λεπτό αργότερα και ύστερα από μία σύντομη στάση στο ψυγείο για ενυδάτωση, βρίσκεσαι μισοξαπλωμένος στο καναπέ να προσπαθείς να ηρεμήσεις τους τσιτωμένους από την ένταση της ημέρας μύες σου.

Με αυτοματοποιημένες κινήσεις, πιάνεις το τηλεχειριστήριο και ανοίγες τη τηλεόραση.

Ξαφνιάζεσαι όταν βλέπεις τι εκπομπές παίζουν.

Είναι εκπομπές από αυτές που χαρακτηρίζονται “πρωινάδικα”.

Μα είναι ακόμα τόσο νωρίς;

Κοιτάς το ρολόϊ και όντως! Δεν είναι τόσο αργά όσο το ταλαιπωρημένο σου κορμί σε κάνει να νομίζεις πως είναι..

Δεν είναι ακόμα μία το μεσημέρι και αισθάνεσαι λες και είναι απόγευμα και έσκαβες από τα χαράματα!!

Εντάξει. Υπάρχει μία εξήγηση για αυτό.

Από νωρίς το πρωί καβάλησες τη μηχανή και άρχισες τις γύρες ανά το Λεκανοπέδιο Αττικής για διάφορες δουλειές.

Η ευελιξία της μοτοσυκλέτας, χάρη στην οποία αποφεύγεις τη κίνηση σε βοήθησε να κάνεις πολλά χιλιόμετρα σε μικρό χρονικό διάστημα.

Έτσι, χάρη στη μηχανή, γίνεσαι αποδοτικός στη δουλειά σου.

Αν έπαιρνες το αμάξι, θα ήσουν ακόμα στα μισά!

Εκτός αυτού, έχεις από χρόνια περάσει το μισό αιώνα ύπαρξης και το κορμί σου δεν αντέχει όπως τότε που ήσουν τριαντάρης!

Η μνήμη σου τρέχει, τότε που απέκτησες το πρώτο σου μεταφορικό μέσο.

Ήταν μία ταπεινή μεταχειρισμένη Piaggio Vespa, αλλά εσύ την έβλεπες σα λιμουζίνα, συγκριτικά με τη μέχρι τότε κατάσταση σου, που αναγκαζόσουν να εξαρτάσαι από τη συγκοινωνία και να ξεπουλιέσαι σε ταξί, χωρίς να έχεις την ανεξαρτησία που σου πρόσφερε το ταπεινό μηχανάκι.

Τότε δούλευες πολύ πιό σκληρά από ότι τώρα και μετά τη δουλειά έπαιρνες γύρα τα μπαράκια.

Αλλά είπαμε. Τότε ήσουν εικοσάρης..

Τα ταξίδια της μνήμης σου σε πάνε πίσω στο χρόνο.

Παραμένεις μισοξαπλωμένος στο καναπέ κοιτάζοντας τη τηλεόραση, αλλά δε βλέπεις τι παίζει.

Κοιτάς τη φωτεινή οθόνη, αλλά στο μυαλό σου εμφανίζονται εικόνες από τα παλιά. Από τότε που έπαιρνες τους δρόμους με τη Vespa σου!

Θυμάσαι και εκείνο το μάστορα που τη πήγαινες και την έκανε καλά.

Τον “Τούρκο”, γιατί ο άνθρωπος ήταν μουσουλμάνος.

Εκεί λοιπόν, στον τούρκο είχες πάει μια μέρα μετά τη πρωινή σου βάρδια στο ξενοδοχείο, για να σου φτιάξει κάτι στο μηχανάκι. Στη Vespa σου. Στη “μηχανάρα” σου, όπως χαϊδευτικά την αποκαλούσες..

Θυμάσαι πως όταν έφτασες εκεί, στο συνεργείο του “τούρκου”, εξυπηρετούσε έναν άλλο πελάτη και περίμενες τη σειρά σου μέχρι να τελειώσει μαζί του. Μέχρι να του φτιάξει και το δικό του μηχανάκι.

Σου είχε κάνει εντύπωση εκείνος ο άνθρωπος, το μηχανάκι του οποίου φρόντιζε ο κύριος Φάνης, ο τούρκος. Φάνης εκ του “Ιρφάν”, όπως είχες μάθει..

Ο πελάτης εκείνος, που εξυπηρετούνταν πριν από εσένα, ουδεμία σχέση είχε με το σύνηθες πελατολόγιο ενός συνεργείο μοτοποδηλάτων.

Η μεγάλη πλειοψηφία των πελατών, χρηστών μοτοποδηλάτων, αποτελείται από πιτσιρικάδες εφήβους που με το χαρτζιλίκι τους και με την ευγενική πατρική χορηγία αγοράζουν και επισκευάζουν τα μηχανάκια τους, έως πενηντάρηδες το πολύ οικογενειάρχες, που με τα μηχανάκια τους διευκολύνονται στις δικές τους καθημερινές ανάγκες μετακίνησης..

Αυτός όμως, ο “πριν από εσένα” διέφερε ριζικά!

Αυτός ήταν σίγουρα άνω των εβδομήντα πέντε!!

Ο άνθρωπος που περίμενες να τελειώσει μαζί του ο μάστορας, ήταν ένας χαρακτηριστικός παππούς!

Με τη καμπούρα του, τη μεγάλη του μύτη και γενικότερη σχετικά εύθραυστη εμφάνιση και φυσιογνωμία!

Με δυσκολία τον έκανες εικόνα να καβαλάει το  Piaggio Pedal του και να κόβει βόλτες!

Κάποτε ο μάστορας τελείωσε με το μηχανάκι του παππού.

Τότε προσπάθησε να του μάθει ένα νέο τρόπο για να το βάζει μπρος.

Ο ηλικιωμένος προσπάθησε, αλλά οι πρώτες του προσπάθειες απέτυχαν.

Τελικά έβαλε μπρος με το τρόπο που ήξερε και έφυγε.

Φεύγοντας λέει στο μάστορα πως θα εξασκηθεί και θα μάθει το τρόπο που του υπέδειξε..

Ο μάστορας, ο κυρ. Φάνης τον κοιτά ενώ απομακρύνεται.

Κοιτά και εσένα και διακρίνει την απορία στο εικοσιδυάχρονο βλέμμα σου..

“Σου κάνει εντύπωση που σε αυτή την ηλικία καβαλάει μηχανάκι σα νέος, έ;!”, σε ρωτά.

Προτού καν προλάβεις να απαντήσεις, σου δίνει την εξήγηση.

“Παντρεύτηκε και έκανε οικογένεια μεγάλος, γύρω στα εξήντα πέντε και έχει μικρά παιδιά. Για αυτό δε το βάζει κάτω και θα αργήσει να γεράσει πραγματικά! Να τον δεις αυτό το γέρο τι πράγματα κάνει κάθε μέρα, θα κουραστείς και μόνο που θα τον κοιτάς! Τα παιδιά του του δίνουν δύναμη!”, σου λέει και πιάνει να φτιάξει το δικό σου μηχανάκι..

Πίσω στο σήμερα. Στο καναπέ σου.

Πετάγεσαι ξαφνικά πάνω και νιώθεις το μέχρι πριν λίγο ταλαιπωρημένο σου κορμί να είναι ξεκούραστο και ανάλαφρο!

Φαίνεται πως εκείνη η μακρινή ανάμνηση, με τον “γέρο και το μηχανάκι του”, σου έδωσε δύναμη, ή επί το σωστότερο, έδιωξε τη κούραση σου.

Στο κάτω κάτω, ή κούραση είναι κυρίως θέμα μυαλού. A state of mind που λένε.

Ανανεωμένος και ξεκούραστος, αναδιοργανώνεσαι και παίρνεις εκ νέου τους δρόμους. Κάνεις μερικές ακόμα δουλειές και επιστρέφεις σπίτι.

Το απόγευμα που θα επιστρέψει η αγαπημένη σου, θα της κάνεις έκπληξη βραδινή έξοδο!

Στο κάτω κάτω, έχεις ακόμα καμιά εικοσιπενταετία για να φτάσεις την ηλικία εκείνου του παππού που είχες γνωρίσει στο συνεργείο του τούρκου στο νησί της νιότης σου, περισσότερο από τρεις δεκαετίες πριν.

Δε το βάζουμε κάτω!

Όσο υπάρχουμε, ζούμε και δημιουργούμε!..