Από την Ισμήνη Χαρίλα
«Για ποιο λόγο να απομνημονεύεις αφού όλα βρίσκονται στο Google; Για ποιο λόγο να καταλάβεις τις θεμελιώδεις αρχές εκείνου που αποκτάται ή επιτυγχάνεται μόνο με το πάτημα των αντίστοιχων πλήκτρων; Για ποιο λόγο να στύψουμε το μυαλό μας αφού διαθέτουμε μηχανήματα εφοδιασμένα με τεχνητή νοημοσύνη; Οι προβλέψεις μου είναι μαύρες, πολύ μαύρες. Οι πιτσιρικάδες αυτοί θα καταλήξουν να ζητωκραυγάζουν κάποιου είδους τυραννία. Είναι το σύνηθες, όταν τα πλήθη απαρνούνται την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και μεταβιβάζουν σε κάποια ανώτερη αρχή τη ληψη αποφάσεων. Πάλι καλά που δεν θα είμαι εδώ να το δω».
Κριτική σκέψη, ατομική και συλλογική αντίληψη, αναθεώρηση πρακτικών, γνώση ιστορίας, σύνδεση παρόντος – παρελθόντος, διαγράμμιση μέλλοντος, πυλώνες που καθορίζουν την πορεία του ατόμου και κατ’ επέκταση της ανθρωπότητας και αναδεικνύονται ανάμεσα σε άλλους στο έργο του ισπανού συγγραφέα Φερνάντο Αραμπούρου «Τα Πετροχελίδονα».
Βασικός ήρωας του εν λόγω έργου που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη και σε μετάφραση της Τιτίνας Σπερελάκη, είναι ο Τόνι. Ένας καθηγητής γυμνασίου που αποφασίζει να αυτοκτονήσει και ορίζει την ημερομηνία θανάτου του ακριβώς έναν χρόνο μετά την έναρξη της αφήγησής του. Κατά τη διάρκεια του έτους καταγράφει όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή του, περιγράφει τη διαδικασία οργάνωσης του τέλους και την τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων και παράλληλα ιστορεί το παρελθόν του και τις σχέσεις με τους σημαντικούς ανθρώπους της ζωής του, τους γονείς του, τον αδελφό του, την πρώην σύζυγό του, τον γιο του, τους συναδέλφους του και τον μοναδικό του φίλο που γίνεται κοινωνός και ακόλουθός του στην απόφαση αυτοκτονίας.
Η προσωπική διαδρομή εμπλέκεται με τα γεγονότα της Ισπανίας σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο και το εγώ συναντά το εμείς και οι άλλοι, ερμηνεύοντας τοιουτοτρόπως τις επιλογές και τις απορρίψεις.
Η ομολογουμένως μακροσκελής αφηγηματική έκταση των εφτακοσίων ενενήντα έξι σελίδων δεν κουράζει και χάρη στο χιούμορ, τη λογοτεχνικότητα της έκφρασης – που γίνεται σεβαστή και αναδεικνύεται από τη μεταφραστική τεχνική της Σπερελάκη που εμφανώς ακολουθεί τον ρυθμό του συγγραφέα και προσωποποιεί τη φωνή των πρωταγωνιστών, οπτικοποιώντας τους – αποτρέπει από μια διαγώνια ανάγνωση και απαιτεί τη στάση σε κάθε λέξη, αφού οι έννοιες, οι συλλογισμοί, οι προβληματισμοί και τα διλήμματα που αποτυπώνει ο Αραμπούρου μέσω του ήρωά του, είναι μια μικρογραφία της αποτύπωσης της παγκόσμιας κοινότητας σε ιστορικό βάθος.

Ο Τόνι είναι οξυδερκής, παρατηρητικός, ρεαλιστής, αντικειμενικός στον βαθμό που δύναται να αντιπαλέψει την έμφυτη σεντιμενταλιστική ατομική υποκειμενικότητά του και θέτει άμεσα ή έμμεσα ερωτήματα στον αναγνώστη για μια πλειάδα θεμάτων που δεν μπορούν να απαντηθούν μονολεκτικά ή με απολυτότητα.
Οι οικογενειακές σχέσεις, η μοναξιά, η αποστασιοποίηση, η αποξένωση, η φιλία ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά και τα ζώα, η αγάπη, ο έρωτας, η ανάγκη τεκνοποίησης, η ασθένεια, αλλά και η παραβατικότητα ή η περιθωριοποίηση για επιλογές που δεν γίνονται καθ’ όλα αποδεκτές από το κοινωνικό σύνολο, όπως ο λεσβιανισμός ή ο αλκοολισμός, τίθενται στο μικροσκόπιο και εξετάζονται από διαφορετικά πρίσματα, εμβαθύνοντας και εστιάζοντας στην προσεγγιστική λεπτομέρεια.
Η ιδιότητα του Τόνι, ως καθηγητή φιλοσοφίας, ευνοεί επομένως τη φιλοσοφική διάσταση και ο θάνατος δεν καταλήγει να είναι μια φυσική κατάσταση, αλλά μια συνειδητή επιλογή, μια αντίδραση απέναντι στην ασχήμια και την απογοήτευση που βιώνει ένα έμβιο όν κατά τη διάρκεια της ζωής του.
«Η ζωή μού φαίνεται μια διεστραμμένη εφεύρεση, κακής σύλληψης και ακόμα χειρότερης εκτέλεσης», δηλώνει ο Τόνι και αρχίζει να τεκμηριώνει την άποψή του. Άποψη που ορισμένοι ενστερνίζονται και άλλοι απορρίπτουν ή αντιμάχονται είτε ως προς την ιδεολογική της βάση, είτε ως προς τη διαχρονική δυναμική και μοντερνιστική εκδοχή της.
Και αυτή ακριβώς η διάσταση καθιστά «Τα Πετροχελίδονα» ένα μυθιστόρημα που όχι μόνο δεν περνά απαρατήρητο, αλλά αγγίζει σε προσωπικό επίπεδο κάθε αναγνώστη μεμονωμένα, υπερθεματίζοντας την αριστουργηματική κειμενική υφή του και προσθέτοντάς το ως μια ακόμα ψηφίδα στο παγκόσμιο λογοτεχνικό κληροδότημα.